αϊτόπουλο

αϊτόπουλο
το [αϊτός]
μικρός αϊτός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αετιδέας — Προσωνυμία του Ναπολέοντα B’, γιου του Ναπολέοντα Α’ και της Μαρίας Λουίζας. * * * ο (Α ἀετιδεύς) [ἀετός] νεοσσός αετού, αϊτόπουλο …   Dictionary of Greek

  • αετόπουλο, το — και αϊτόπουλο,το μικρός αϊτός …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”